«Επέστρεψα από την Ολλανδία όπου είχα μια πολύ καλή δουλειά ως χημικός μηχανικός για να φροντίσω τη μάνα μου που αρρώστησε… μετά από ένα χρόνο δυστυχώς τη χάσαμε και μετά δεν ξανάφυγα. Κατέληξα οδηγός λεωφορείου σ’ αυτή τη ζούγκλα…» (Κώστας*, οδηγός αστικού λεωφορείου, Αθήνα).
«Όταν μου έλεγαν να αγοράσω ένα οικόπεδο στους Αγίους Σαράντα όταν ήρθαμε στην Ελλάδα από την Αλβανία τη δεκαετία του ’90 εγώ δεν το αποφάσιζα. Τώρα έχει εικοσαπλάσια αξία! Τα παιδιά μεγάλωσαν, κάθε χρόνο προσπαθώ να πηγαίνω για λίγο στην Αλβανία, ίσως μια μέρα φτιάξω ένα σπίτι εκεί όταν θα πάρω τη σύνταξή μου» (Νίκος*, οδηγός ταξί, Αθήνα).
«Με 450 ευρώ ενοίκιο για ένα δυάρι στην Αθήνα δε βγαίνουμε. Μετά την καλοκαιρινή σεζόν στη Σκύρο θα φύγω πάλι για Γερμανία για τέσσερις-πέντε μήνες και μετά αν τα καταφέρω θα πάω Αγγλία. Στο Λονδίνο μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις χωρίς να σε ρωτάνε τι και πως.» (Γιάννης*, σερβιτόρος σε beach bar στη Σκύρο).
«Είμαι από εδώ, από τη Σκύρο, τα καλοκαίρια δουλεύω σ’ αυτό το τουριστικό καραβάκι και το χειμώνα σε πλοία κοντέϊνερ. Ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο. Τα λεφτά είναι πολύ καλά. Στα 24 μου έχω αυτοκίνητο, μηχανές κι ένα μικρό σκάφος. Όταν ξεμπαρκάρω όμως χαλάω πολλά για να ζήσω όσα δεν έζησα στη θάλασσα όλους τους προηγούμενους μήνες. Όταν πάω να φάω σε ένα εστιατόριο νομίζω πως όλοι με κοιτάνε. Γιατί στο πλοίο τρώμε μόνοι μας. Έχει πολλή μοναξιά. Το internet κοστίζει πολύ ακριβά στο βαπόρι. Δουλεύω ήδη τέσσερα χρόνια στη θάλασσα αλλά δεν ξέρω για πόσο ακόμη θα το κάνω. Η καλύτερη ευχή για εμάς τους ναυτικούς είναι καλές θάλασσες και να σου τύχει καλός μάγειρας στο βαπόρι!» (Βαγγέλης*, ναυτικός, Σκύρος).
«730 ευρώ το μήνα μισθός για πωλητή σε κατάστημα στην Αθήνα δε φτάνουν για να κάνεις οικογένεια και να ζήσεις μια νορμάλ ζωή. Αυτό που έχει χαθεί είναι ο σεβασμός για τον άλλον. Ο καθένας εδώ κάνει ό,τι θέλει» (Θανάσης*, πωλητής σε κατάστημα οικιακών ειδών σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της Αθήνας).
Ο Κώστας με βοήθησε πολύ ευγενικά -και ενώ οδηγούσε- να βρω το δρόμο μου ένα απόγευμα στον Πειραιά μιας και είχα μπει στο λάθος λεωφορείο. Μέσα σε 5 λεπτά αισθάνθηκα πως γίναμε φίλοι. Με το Νίκο μιλούσαμε στις 2 το πρωί για κάμποση ώρα μέσα στο ταξί του και ενώ είχαμε ήδη φτάσει έξω από το σπίτι μου. Το Γιάννη τον άκουσα ως λαθρακουστής ξαπλωμένος σε μια ξαπλώστρα παραλίας ενώ μιλούσε με ένα φίλο του την ώρα που δούλευε. Με το Βαγγέλη συνομιλούσαμε για ώρα πάνω στο τουριστικό καραβάκι που δούλευε και ήταν σαν να του έπαιρνα συνέντευξη. Ο Θανάσης μου τα είπε όλα μόνος του δίπλα στο ταμείο του καταστήματος που δούλευε.
Ήταν καλοκαίρι του 2024.
(*τα ονόματα είναι αλλαγμένα για προφανείς λόγους).





